Ήταν Αύγουστος του 2021, όταν Έλληνες αστυνομικοί τον συνέλαβαν στη Νέα Φώκαια Χαλκιδικής, όπου έκανε διακοπές με την Ελληνίδα σύζυγό του. Εις βάρος του εκκρεμούσε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης των αρχών της Σουηδίας που ζητούσαν την έκδοσή του για τις πράξεις της διακίνησης κοκαΐνης και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Το σουηδικό αίτημα έγινε δεκτό από το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης αλλά κατά της απόφασης ο 40χρονος προσέφυγε στον Άρειο Πάγο που έκανε εν μέρει δεκτή την προσφυγή του.
Ειδικότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας διέταξε μεν την έκδοσή του στη Σουηδία, αλλά μόνο για την νομιμοποίηση εσόδων, θεωρώντας ότι οι συνδεόμενες με τα ναρκωτικά πράξεις της διεύθυνσης και οργάνωσης (κατ΄ εξακολούθηση) τελέστηκαν στην ελληνική επικράτεια. Για το λόγο αυτό του ασκήθηκε ποινική δίωξη από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης και μετά την απολογία του, το Μάρτιο του 2022, κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος (με το 18μηνο να λήγει τις επόμενες μέρες).
Κατά την ίδια δικογραφία, ο κατηγορούμενος συντόνιζε τις παραπάνω μεταφορές από την Ελλάδα αλλά κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου ταξίδευε (πχ Γερμανία, Δανία κ.ά.), πραγματοποιώντας συνεχείς τηλεφωνικές επαφές και συνεννοήσεις – μέσω διαδικτύου και μέσω εφαρμογών τηλεφώνου – με τους συνεργούς του. Οι τελευταίοι καταδικάστηκαν από δικαστήρια της Σουηδίας σε ποινές κάθειρξης τις οποίες εκτίουν στην πατρίδα τους.
Κατά την αποδεικτική διαδικασία, κατέθεσαν ως μάρτυρες κατηγορίας δύο Σουηδοί αστυνομικοί που αναφέρθηκαν στις έρευνες των διωκτικών Αρχών της χώρας τους. Στην απολογία του, ο 40χρονος, πατέρα δύο ανηλίκων παιδιών, αρνήθηκε κάθε εμπλοκή στις παράνομες διακινήσεις, αρνούμενος τις κατηγορίες, στάση την οποία κράτησε από την πρώτη στιγμή της σύλληψής του. Σύμφωνα με τη συνήγορό του, η ποινή – την οποία καλείται να εκτίσει στις ελληνικές φυλακές – είναι μία και δεν μπορεί να του επιβληθεί για την ίδια υπόθεση άλλη ποινή στην πατρίδα του.