ΣτΕ: «Όχι» και στην εξίσωση αποδοχών βουλευτών με αυτές του προέδρου του ΑΕΔ
Written by diktio diktio on 06/11/2023
ΣτΕ: Tο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών έκανε δεκτή την αγωγή του πρώην βουλευτή για τους επίμαχους 20 μήνες
Αρνητική ήταν απάντηση της Ολομέλειας του ΣτΕ στις αιτήσεις αναίρεσης επί διαφορών, οι οποίες ανέκυψαν μετά από άσκηση αγωγών πρώην βουλευτών περί αναγνωρίσεως της υποχρεώσεως του Δημοσίου να τους καταβάλει νομιμοτόκως ως αποζημίωση για την παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς τους, μη καταβολή σε αυτούς, κατά το διάστημα το οποίο ήταν εν ενεργεία βουλευτές, της μηνιαίας αποζημίωσης, που κατά το αντίστοιχο διάστημα ελάμβανε ο Πρόεδρος του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου καθώς και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από την ανωτέρω αιτία.
Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει οι πρώην βουλευτές (μερικοί έξ αυτών έχουν αποβιώσει) Δημήτρης Τσαντούλας (ΝΔ Πρέβεζας), Πέτρος Κατσιλιέρης (ΠΑΣΟΚ Μεσσηνίας), Ηλίας Παπαηλίας (ΠΑΣΟΚ Αττικής), Κωνσταντίνος Καραμπίνας (ΝΔ Άρτας), Αντώνης Καρπούζος (ΚΙΝΑΛ Δυτικής Αττικής), Παναγιώτης Αδρακτάς (ΝΔ Ηλείας), Πέτρος Τατούλης (ΝΔ Αρκαδίας) και η χήρα του Θεόδωρου Κατσίκη βουλευτή Καρδίτσας της ΝΔ και της ΔΗΑΝΑ
Με τις αποφάσεις 1957-8/2023 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε πως «η βουλευτική αποζημίωση καθορίστηκε, υπό την ισχύ του προηγούμενου Συντάγματος έτους 1952, η οποία επικυρώθηκε και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ψηφίσματος Ζ΄/1975. Με αυτήν, η βουλευτική αποζημίωση εξισώνεται με τις αποδοχές του Ανώτατου Δικαστικού Λειτουργού, όπως καθορίζονται από το εκάστοτε ισχύον για τους δικαστικούς λειτουργούς ειδικό μισθολόγιο, το οποίο θεσπίζεται με τυπικό νόμο. Η ως άνω απόφαση της Βουλής ενόψει των οικονομικών συνεπειών που έχει, πρέπει να ερμηνευθεί βάσει των δεδομένων που ίσχυαν κατά τον χρόνο που θεσπίστηκε η ρύθμιση και έλαβε υπόψη της η Βουλή. Συνεπώς, ως συνολικές μηνιαίες αποδοχές του Ανώτατου Δικαστικού Λειτουργού, μαζί με τα πάσης φύσεως επιδόματα και προσαυξήσεις, νοούνται αυτές που προσδιορίζονται βάσει του εκάστοτε ισχύοντος για τους δικαστικούς λειτουργούς ειδικού μισθολογίου και οι οποίες καταβάλλονται σ’ αυτόν σταθερά κατά μήνα για την άσκηση των κύριων δικαστικών καθηκόντων του και την παροχή των αντίστοιχων υπηρεσιών του».
Κατά τους δικαστές στις αποδοχές αυτές «δεν περιλαμβάνεται η αποζημίωση που παρέχεται στον Πρόεδρο ανωτάτου δικαστηρίου, λόγω της συμμετοχής του στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο, άλλωστε, δεν είχε ιδρυθεί κατά τον χρόνο που θεσπίστηκε η ρύθμιση περί εξομοίωσης της βουλευτικής αποζημιώσεως με τις αποδοχές του ανωτάτου δικαστικού λειτουργού (22.12.1964), με συνέπεια η λαμβανόμενη από τους Προέδρους ανωτάτων δικαστηρίων για την συμμετοχή στο εν λόγω Δικαστήριο αποζημίωση να μην είναι μεταξύ των στοιχείων που εκτίμησε η Βουλή κατά την λήψη της ως άνω αποφάσεώς της».